«ΛΟΓΟΙ ΚΑΙ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΕΣ
ΑΓΙΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ»
Ἕνας ἀδελφός ρώτησε κάποιον Γέροντα:
«Πάτερ, τί ἐννοεῖ ὁ Προφήτης ὅταν λέει:
Καί ὁ Γέροντας εἶπε:
«Ἐννοεῖ τούς λογισμούς τῆς ἀπελπισίας πού σπέρνονται ἀπό τούς δαίμονες σέ αὐτόν πού ἁμάρτησε καί τοῦ λένε· “Δέν ὑπάρχει πιά γιά σένα σωτηρία ἀπό τόν Θεό”, καί προσπαθοῦν νά τόν γκρεμίσουν στήν ἀπελπισία. Αὐτούς πρέπει κανείς νά τούς ἀντιμάχεται λέγοντας· “Καταφύγιό μου εἶναι ὁ Κύριος, καί αὐτός θά ἐλευθερώσει ἀπό τήν παγίδα τά πόδια μου”2».
Τοῦ ἀββᾶ Ἠσαΐα
Ἄν ἀπαρνήθηκες τόν κόσμο καί ἔδωσες τόν ἑαυτό σου στόν Θεό, γιά νά ζήσεις μέ μετάνοια, μήν ἀφήσεις τόν λογισμό σου νά σέ λυπήσει γιά τά προηγούμενα ἁμαρτήματά σου, ὅτι δέν συγχωροῦνται. Οὔτε πάλι νά καταφρονήσεις τίς ἐντολές τοῦ Κυρίου, ἐπειδή ἔτσι οὔτε τά προηγούμενα ἁμαρτήματά σου συγχωρεῖ. Νά εἶσαι ἄγρυπνος, ἀδελφέ, ἀπέναντι στό πνεῦμα πού φέρνει τή λύπη στόν ἄνθρωπο, γιατί μέ πολλούς τρόπους προσπαθεῖ νά σέ αἰχμαλωτίσει, μέχρι πού νά σέ κάνει ἀνίσχυρο. Γιατί ἡ λύπη, ὅταν εἶναι ὅπως τή θέλει ὁ Θεός, εἶναι χαρά, καθώς βλέπεις τόν ἑαυτό σου νά στέκεται στό θέλημα τοῦ Θεοῦ· ἐνῶ ὁ λογισμός πού σοῦ λέει:
«Ποῦ θά ξεφύγεις; Δέν ἔχεις μετάνοια» προέρχεται ἀπό τόν ἐχθρό3 μέ σκοπό νά κάνει τόν ἄνθρωπο νά ἀφήσει τήν ἐγκράτεια. Ἀντίθετα, ἡ λύπη ἡ σύμφωνη μέ τό θέλημα τοῦ Θεοῦ δέν ἔρχεται ἐπιθετικά στόν ἄνθρωπο, ἀλλά τοῦ λέει:
«Μή φοβᾶσαι. Προσπάθησε πάλι». Ξέρει δηλαδή ὅτι ὁ ἄνθρωπος εἶναι ἀδύνατος καί τόν ἐνδυναμώνει.
Νά ἀντιμετωπίζεις τούς λογισμούς σου μέ σύνεση, καί θά τούς δεῖς νά ἐλαφρύνονται· γιατί αὐτόν πού τούς φοβᾶται, τόν κάνουν νά παραλύσει ἀπό τό βάρος τους. Αὐτή εἶναι ἡ δύναμη ἐκείνων πού θέλουν νά ἀποκτήσουν τίς ἀρετές: ὅταν πέσουν, νά μή λιγοψυχήσουν, ἀλλά πάλι νά φροντίσουν. Αὐτή εἶναι ἡ ἀγαθότητα τοῦ Θεοῦ: ὅποια ὥρα ἀφήσει ὁ ἄνθρωπος τίς ἁμαρτίες του, τόν δέχεται μέ χαρά καί δέν λαμβάνει ὑπόψη του τά προηγούμενα ἁμαρτήματά του,ὅπως λέει ἡ Ἁγία Γραφή γιά τόν ἄσωτο γιό4. Αὐτός δηλαδή ἄφησε τήν τροφή τῶν γουρουνιῶν, δηλαδή τά σαρκικά του θελήματα, καί γύρισε μέ ταπείνωση στόν Πατέρα του· γι᾿ αὐτό καί ὁ Πατέρας τόν δέχτηκε καί πρόσταξε ἀμέσως νά τοῦ φορέσουν τή στολή τῆς ἁγνότητας καί τό δαχτυλίδι τῆς υἱοθεσίας, τήν ὁποία χαρίζει τό Ἅγιο Πνεῦμα. Γιατί βέβαια ὁ Κύριός μας εἶναι σπλαχνικός καί θέλει τήν ἐπιστροφή τοῦ ἀνθρώπου, ὅπως εἶπε:
«Ἀλήθεια σᾶς λέω, γίνεται χαρά στόν οὐρανό γιά τή μετάνοια ἑνός ἁμαρτωλοῦ»5.
Ὅσο λοιπόν ἔχουμε στή διάθεσή μας, ἀδελφοί, τή μεγάλη του εὐσπλαχνία καί τούς πλούσιους οἰκτιρμούς του, ἄς ἐπιστρέψουμε μέ ὅλη μας τήν καρδιά σέ αὐτόν, καί αὐτός θά μᾶς δεχτεῖ μέ ἀγάπη καί θά μᾶς κάνει κοινωνούς τῆς αἰώνιας ζωῆς.
Ὅταν λοιπόν ἐπιστρέψεις, φύλαγε τήν καρδιά σου καί μήν πέσεις σέ ἀκηδία λέγοντας:
«Πῶς μπορῶ ἐγώ, ἁμαρτωλός ἄνθρωπος, νά φυλάξω ὅλες τίς ἀρετές;»
Γιατί οὔτε ἡ μετάνοια ἀπαιτεῖ κάτι τέτοιο ἀπό σένα· ἀλλά, ὅταν ὁ ἄνθρωπος ἐπιστρέψει στόν Θεό ἀφήνοντας τίς ἁμαρτίες του, ἀμέσως ἡ μετάνοιά του τόν ἀναγεννᾶ καί σάν νά εἶναι βρέφος τοῦ δίνει γάλα ἀπό τούς ἅγιους μαστούς της καί τόν ἀνατρέφει σάν στοργική μητέρα.
Ὅσον καιρό εἶναι τό βρέφος στήν ἀγκαλιά τῆς μητέρας του, αὐτή συνεχῶς τό φυλάει ἀπό κάθε κακό· καί ὅταν κλάψει, ἀμέσως τοῦ δίνει τόν μαστό της· καμιά φορά τό χαστουκίζει ἐλαφρά, ὅσο σηκώνει, γιά νά τό φοβερίσει νά θηλάζει τό γάλα της μέ φόβο καί νά μήν εἶναι δύστροπο· ἄν ὅμως κλάψει, τό σπλαχνίζεται, γιατί βγῆκε ἀπό τά σπλάχνα της· τό καλοπιάνει, τό φιλᾶ, τό χαϊδεύει, ὡσότου νά δεχτεῖ τόν μαστό της.
Ἄν δείξουν στό βρέφος χρυσάφι ἤ ἀσήμι ἤ μαργαριτάρια ἤ ὅποιο ἄλλο σκεῦος τοῦ κόσμου, αὐτό τά κοιτάζει βέβαια, ἀλλά, καθώς εἶναι στήν ἀγκαλιά τῆς μητέρας του, ὅλα τά παραβλέπει, γιά νά θηλάσει ἀπό τόν μαστό της. Δέν τό μαλώνει ὁ πατέρας του, πού δέν δουλεύει ἤ πού δέν πάει νά πολεμήσει τούς ἐχθρούς του. Ξέρει ὅτι εἶναι μικρό καί δέν μπορεῖ· ἔχει πόδια, ἀλλά δέν μπορεῖ νά στηριχτεῖ σέ αὐτά· ἔχει χέρια, ἀλλά δέν μπορεῖ νά κρατήσει ὅπλα. Περιμένουν λοιπόν μέ ὑπομονή οἱ γονεῖς του, ὥσπου νά μεγαλώσει.
Ὄταν μεγαλώσει λίγο καί γίνει παιδάκι, καί πάει νά παλέψει μέ κάποιον καί ἐκεῖνος τό ρίξει κάτω, δέν τοῦ θυμώνει γι᾿ αὐτό ὁ πατέρας του, γιατί ξέρει ὅτι ἀκόμη εἶναι παιδί. Ὅταν ὅμως γίνει ἄντρας, τότε φαίνεται ἡ προθυμία του, ἄν ἔχει ἔχθρα πρός τούς ἐχθρούς τοῦ πατέρα του, καί τότε καί ὁ πατέρας του ἐμπιστεύεται σέ αὐτόν τά ὑπάρχοντά του, γιατί εἶναι γιός του.
Ἄν ὅμως, μετά ἀπό τόσους κόπους πού πέρασαν γι᾿ αὐτό οἱ γονεῖς του, γίνει, ὅταν μεγαλώσει, ἕνας παλιάνθρωπος καί μισήσεις τούς καλούς γονεῖς του καί δέν ὑπακούει σέ αὐτούς καί γίνει φίλος μέ τούς ἐχθρούς τους, αὐτοί παύουν νά τόν ἀγαποῦν, τό διώχνουν ἀπό τό σπίτι τους καί τό ἀποκληρώνουν.
Καί ἐμεῖς λοιπόν, ἀδελφοί, ἄς φροντίσουμε γιά τόν ἑαυτό μας, νά μείνουμε στή σκέπη τῆς μετάνοιας, καί ἄς θηλάσουμε γάλα ἀπό τούς ἅγιους μαστούς της, γιά νά μᾶς θρέψει· καί ἄς ὑπομείνουμε τόν ζυγό της καθώς θά μᾶς παιδαγωγεῖ, ὥσπου νά ἀναγεννηθοῦμε πνευματικά στήν τελειότητα πού μέτρο της εἶναι ὁ Χριστός6.
Τέλος καί τῇ Τρισηλίῳ Θεότητι
κράτος, αἶνος καί δόξα εἰς τούς αἰῶνας τῶν αἰώνων.
Ἀμήν.
Ἐκδόσεις: « ΤΟ ΠΕΡΙΒΟΛΙ ΤΗΣ ΠΑΝΑΓΙΑΣ »
Εὐχαριστοῦμε θερμά τίς ἐκδόσεις: « ΤΟ ΠΕΡΙΒΟΛΙ ΤΗΣ ΠΑΝΑΓΙΑΣ » γιά τήν ἄδεια δημοσίευσης ἀποσπασμάτων ἀπό τά βιβλία πού ἐκδίδει.
Ἱερομόναχος Σάββας Ἁγιορείτης
http://hristospanagia3.blogspot.gr/1Ψαλμ. 3 : 3.
2Ψαλμ. 17 : 3· 24 : 15.
3Στό κείμενο: τῆς ἔχθρας ἐστίν. Ὁ ἀββάς Ἠσαΐας χρησιμοποιεῖ κάποτε τή λέξη “ἔχθρα” ἐννοώντας τόν “ἐχθρό”, δηλαδή τόν διάβολο, ὁ ὁποῖος ἐχθρεύεται τόν Θεό καί πολεμᾶ τούς ἀνθρώπους.
4Λουκ. Ιε΄: 17-22.
5Λουκ. Ιε΄: 7.
6Ἐφ. δ΄: 13.
http://www.hristospanagia.gr/?p=34094
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου