Τυφλός είναι ο άνθρωπος που κάθεται στην γωνιά ενός δρόμου της πόλεως Ιεριχούς και περιμένει την βοήθεια των συνανθρώπων του, για να μπορέσει να επιβιώσει. Και ενώ βρίσκεται στην θέση αυτή, ακούει φωνές και αντιλαμβάνεται ότι κάτι σοβαρό συμβαίνει στον δρόμο. Τι άραγε να είναι αυτό; Ρωτά και πληροφορείται ότι έρχεται ο Χριστός. Και γεμάτος ελπίδα, ανοίγει το στόμα του με λαχτάρα και φωνάζει δυνατά: «Ιησού, υιέ Δαυίδ, ελέησόν με». Οι παρευρισκόμενοι πλησίον του τον επιτιμούν, τον αποτρέπουν. «Μην φωνάζεις, μην ενοχλείς τον διδάσκαλο, μην διαταράσσεις την τάξη». Αλλά εκείνος υψώνει ακόμη περισσότερο την φωνή του. «Ιησού, υιέ Δαυίδ, ελέησόν με».
Όταν ο Χριστός πλησίασε κοντά του και τον ρώτησε τι ήθελε, εκείνος απάντησε: «ίνα αναβλέψω». Και το θαύμα έγινε: «ανάβλεψον, η πίστις σου σέσωκέ σε», του είπε ο Κύριος και ο τυφλός ανέκτησε το φως του, είδε τον Διδάσκαλο, μαζί και τα πλήθη και Τον ακολούθησε.
Τι συγκινητικό! Ένας τυφλός αναβλέπει. Ένας τυφλός αποκτά το φως του. Ένας τυφλός θεραπεύεται. Τον θεραπεύει ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός. Θαυμαστό το γεγονός. Ας εξετάσουμε, λοιπόν, κάποιες πτυχές αυτού του γεγονότος.
Τι έκανε ο τυφλός, όταν άκουσε γύρω του φωνές; Πρώτα-πρώτα, «επυνθάνετο», δηλαδή ζήτησε να μάθει. Ζήτησε πληροφορίες. Ήθελε να μάθει τι συμβαίνει. Ήθελε να πληροφορηθεί ποιος είναι αυτός που προκάλεσε τόσο συγκλονισμό στην πόλη. «Επυνθάνετο τι είη ταύτα», μας λέγει ο Ευαγγελιστής Λουκάς. Και παίρνοντας την απάντηση ότι «Ιησούς ο Ναζωραίος παρέρχεται», φώναξε δυνατά, ζήτησε έλεος από τον Χριστό και βρήκε την σωτηρία του. Απέκτησε έτσι το φυσικό του φως και ακολούθησε τον Χριστό.
Και εμείς, αν θέλουμε να πλησιάσουμε τον Ναζωραίο, πρέπει να Τον αναζητήσουμε. Να Τον βρούμε, για να Τον γνωρίσουμε. Ένας άγιος της Εκκλησίας μας έλεγε: «Κύριε, δος μου τον πόθο και την λαχτάρα για Σένα και άναψε μέσα στην καρδιά μου την φλόγα της αναζητήσεως. Να Σε διψάσει η καρδιά μου. Και αφού η καρδιά μου Σε ποθήσει, να Σε αναζητήσει. Και αφού Σε αναζητήσει, να Σε βρει. Και αφού Σε βρει, να Σε γνωρίσει, να Σε αγαπήσει. Και αφού Σε αγαπήσει, να απαλλαγεί από τα πάθη και τις αμαρτίες που την μαστίζουν».
Πρέπει λοιπόν, να αναζητήσουμε τον Χριστό, εάν θέλουμε να Τον γνωρίσουμε, να Τον ακολουθήσουμε. Η εποχή βεβαίως, στην οποία ζούμε, είναι εποχή που χαρακτηρίζεται για την θρησκευτική της αδιαφορία. Πρέπει, όμως, αυτό το μεγάλο αμάρτημα της εποχής μας, της θρησκευτικής αδιαφορίας –γιατί μας έπνιξαν τα βιοτικά και οι μέριμνες του κόσμου- να σπάσει και να δοθεί ελευθερία στην ψυχή μας, να αναζητήσει, να πληροφορηθεί, να μάθει ποιος είναι ο δικός της προορισμός, πώς θα αποκτήσει το πνευματικό φως, ώστε να βλέπει καθαρά τον κόσμο αυτό, για να διακρίνει το καλό από το κακό. Γιατί, κατά βάθος ο άνθρωπος έχει μεταφυσικές ανησυχίες και πνευματικά ενδιαφέροντα.
Αλήθεια! Έχετε θρησκευτικά ενδιαφέροντα; Αναζητάτε τον Χριστό; Οδηγείτε τα βήματά σας στους Ιερούς Ναούς; Εκκλησιάζεστε κάθε Κυριακή; Μελετάτε τον νόμο του Θεού, ξεφυλλίζετε την Αγία Γραφή, που είναι η πηγή των πληροφοριών της πίστεώς μας; Έχετε λατρευτική και μυστηριακή ζωή; Μεταλαμβάνετε των αχράντων μυστηρίων; Να, κάποια σημεία τα οποία πολλές φορές παραμελούμε, και όμως είναι βασικά και ζωτικά στοιχεία για την πνευματική μας ζωή και για την πνευματική μας όραση. Να πληροφορηθούμε ποια είναι η πίστη μας, ποιος είναι ο Χριστός, από πού ήρθαμε, πού βρισκόμαστε και πού οδηγούμαστε.
Το δεύτερο που απαιτείται είναι να θελήσουμε να αναβλέψουμε. «Τι σοι θέλεις ποιήσω;» Τι θέλεις να σου κάνω; λέγει ο Χριστός. Δια της βίας δεν μπορούμε να αποκτήσουμε το πνευματικό μας φως. Δεν μπορούμε να περπατούμε στον δρόμο του Θεού, δεν μπορούμε να μελετούμε τον νόμο του Θεού. Μόνο με την θέλησή μας είναι δυνατόν να γίνουμε παιδιά του Θεού. Όποιος θέλει, αυτός και επιτυγχάνει. Θέλεις; Μπορείς! Γιατί η θέληση είναι μια ισχυρή δύναμη, ικανή να μετακινήσει και βουνά ολόκληρα, να ισοπεδώσει κακοτοπιές και να γεμίσει τα χάσματα.
Θέλεις να σωθείς; Πρέπει να το θέλεις εσύ. Αν δεν θέλεις, ο Θεός δεν σε σώζει, δεν επεμβαίνει δυναμικά στην προσωπική σου ζωή. Μας αφήνει ελευθέρους να επιλέξουμε μόνοι μας τον τρόπο της ζωής μας και ως ελεύθερα πλάσματα να φέρουμε και την προσωπική ευθύνη γιʼ αυτό που επιλέγουμε. «Όστις θέλει οπίσω μου ελθείν, απαρνησάσθω εαυτόν και αράτω τον σταυρόν αυτού, και ακολουθείτω μοι».
Και το τρίτο σημείο του θαύματος που πρέπει να προσέξουμε, είναι ότι ευθύς ως έγινε το θαύμα, ο άνθρωπος που δέχτηκε την χάρη του Θεού και απέκτησε το φως των οφθαλμών του, ακολούθησε τον Χριστό. Περπάτησε στον δρόμο του Θεού. Αν ανοίξουν τα μάτια μας και γνωρίσουμε το θέλημα του Θεού, δεν αυτονομούμαστε από τον Θεό, όπως συχνά κάνουμε σήμερα. Η ανθρωπότητα αυτονομήθηκε, από τον Θεό, διότι αγνόησε τον νόμο του Θεού και περιφρόνησε τις ηθικές αξίες, τις αλήθειες του Ευαγγελίου. Πορευόμαστε σύμφωνα με τα θελήματά μας και τα συμφέροντά μας. Και ζούμε μέσα στο σκοτάδι, στην ανομία, στην αμαρτία, στην απομάκρυνση, στην αποστασία, στην σατανοκρατία.
Για να ακολουθήσουμε τον Χριστό, πρέπει να ανοίξουν τα μάτια μας. Τα φυσικά μάτια όλοι μας τα έχουμε ανοιχτά. Αλλά τι γίνεται με τα πνευματικά μας μάτια; Είναι υγιή; Είναι ανοιχτά; Η πίστη στον Θεό είναι η πνευματική όραση. Είναι η όραση της ψυχής, η έκτη, όπως λέγεται αίσθηση. Όποιος έχει πίστη, βλέπει. Αυτή η πίστη είναι που συνδέει τον άνθρωπο με τον θεό και είναι βαθιά ριζωμένη στην ψυχή κάθε ανθρώπου.
Πίστη είναι η εμπιστοσύνη που έχουμε εμείς οι άνθρωποι στον Θεό. Πίστη είναι η μυστική δύναμη που ενώνει το πλάσμα με τον Πλάστη. Η πίστη είναι το τηλεσκόπιο που χρησιμοποιεί η ψυχή, για να βλέπει όχι τα βιοτικά, αλλά τα πέραν του τάφου υπάρχοντα και ευρισκόμενα. Η πίστη είναι αυτή που φωτίζει τον άνθρωπο, αυτή που ατσαλώνει την θέλησή μας, αυτή που αποσπά την Χάρη του Θεού. Και όταν η πίστη με την Χάρη του Θεού ενωθούν, τότε έχουμε ένα θαύμα.
Στις ημέρες μας, η πίστη μας έχει αποδυναμωθεί, έχει φυλλορροήσει και έχει μεταβληθεί σε μια λογική παραδοχή. Αποδεχόμαστε μόνον όσα χωρία του Ευαγγελίου ερμηνεύει η λογική μας. Αλλά εκείνα που το Ευαγγέλιο διδάσκει και η λογική μας δεν μπορεί να τα εξηγήσει, τα θέτουμε στο περιθώριο. Αυτό δεν σημαίνει πίστη, αλλά υποβάθμιση της πίστεώς μας σε τέτοιο σημείο, που να φτάνει στα όρια της απιστίας.
Πολλοί λένε ότι δεν πιστεύουν παρά μόνο σʼ εκείνα που βλέπουν. Ό,τι βλέπουν, εκείνο μόνο πιστεύουν. Μα αν αυτό το εφαρμόσουμε σε όλες τις εκδηλώσεις της ζωής μας, τότε δεν θα υπήρχε πολιτισμός και πρόοδος. Πώς είναι δυνατόν να προχωρήσει η επιστήμη, όταν ο μαθητής πει στον δάσκαλό του: «Εγώ δεν πιστεύω, δάσκαλε, στην Ιστορία που μου λες. Γιατί δεν τα είδα τα γεγονότα, δεν είδα την μάχη του Μαραθώνος και των Θερμοπυλών, δεν πήγα να δω πού είναι η Χαβάη, για να δω ότι είναι το περισσότερο σεισμικό μέρος. Δεν είδα ποτέ το Έβερεστ που είναι 8.888 μέτρα. Πρέπει να τα δω, για να τα πιστέψω».
Και άλλοι πάλι λένε ότι δεν πιστεύουν, γιατί τα εκκλησιαστικά σκάνδαλα αποδεικνύουν ότι η Εκκλησία είναι ανθρώπινος θεσμός. Κι όμως! Το αντίθετο συμβαίνει. Η Εκκλησία είναι Θείο Καθίδρυμα, αλλά έχει και το ανθρώπινο στοιχείο. Είναι Θεανθρώπινος οργανισμός. Και μόνο ότι εμείς οι ιερωμένοι δεν κατορθώσαμε να ξεθεμελιώσουμε την Εκκλησία και να την γκρεμίσουμε, με την ασυνέπεια που διακρίνει την ζωή μας και με τις αφορμές που σας δίνουμε να σκανδαλίζεστε, αυτό δείχνει την Θεία της προέλευση. Αυτή είναι η αλήθεια. Τα σκάνδαλα πάντοτε υπήρχαν και πάντοτε θα υπάρχουν. Πάντοτε υπάρχουν ανάξιοι κληρικοί μέσα στον χώρο της Εκκλησίας, όπως υπάρχουν και ανάξιοι Χριστιανοί. Και είναι φυσικό. Η Εκκλησία μας δεν αποτελείται από αγγέλους, αλλά από ατελείς ανθρώπους που ποθούν την τελειότητα. Όλοι μας είμαστε αμαρτωλοί. Και όλοι μας ποθούμε την αγιότητα και την σωτηρία. Αυτό επιτυγχάνουμε δια της ειλικρινούς μετανοίας, δια της συμμετοχής μας στο μυστήριο της Θεία Ευχαριστίας και βεβαίως, με την Χάρη του Θεού.
Ας αναλογισθούμε ο καθένας μας τις ευθύνες του έναντι του εαυτού μας, ας ζωντανέψουμε την πίστη μας στον Χριστό κι ας αναζωπυρώσουμε την εμπιστοσύνη μας στην Εκκλησία. Οι άνθρωποι μπορεί να μας κλονίζουν την εμπιστοσύνη, η Εκκλησία όμως ποτέ δεν θα μας απογοητεύσει. Ο Χριστός ποτέ δεν απογοητεύει. Ο Χριστός είναι ο αναμάρτητος, ο ακηλίδωτος, ο μόνος άμωμος, η αρετή του Οποίου κάλυψε τους Ουρανούς και όλη την Πλάση. Ο Χριστός είναι Εκείνος που θα μας δίνει την ελπίδα, αν εμείς πιστεύουμε πραγματικά στο θεανδρικό πρόσωπό Του.
Να πιστεύουμε όμως, όχι όπως θέλουμε εμείς, αλλά όπως η Εκκλησία καθορίζει την πίστη. Να πιστεύουμε σʼ έναν Τριαδικό Θεό. Να πιστεύουμε στις Οικουμενικές Συνόδους. Να πιστεύουμε στην Αγία Γραφή, την Παλαιά και την Καινή Διαθήκη. Να πιστεύουμε αυτό που πιστεύει η Εκκλησία. Τότε έχουμε ορθή την πίστη και καλούμαστε αυτή την ορθή πίστη να την μεταβάλουμε σε πράξη και ζωή.
Είναι καιρός να καθρεφτιστούμε όλοι μας στην σελίδα αυτή του ιερού Ευαγγελίου. Να τοποθετήσουμε τον εαυτό μας μπροστά στον Θεό και να δούμε εξεταστικά τον εσωτερικό μας κόσμο. Και να παρακαλέσουμε τον Κύριό μας, να μας δίνει πίστη ζωντανή, πίστη θερμή, πίστη δυναμική, πίστη θαυματουργική, που παίρνει τον άνθρωπο τυφλό και τον φωτίζει, που παίρνει τον παράλυτο και του ενισχύει τα άκρα, που παίρνει τον αμαρτωλό και τον κάνει άγιο, που παίρνει τον λύκο και τον κάνει αρνί. Αυτό μπορεί να το κάνει μόνο η δική μας, ορθόδοξος πίστη.
Για να μπορούμε να φωνάζουμε και να λέμε αυτό που έλεγε ο ποιητής:
«Χριστέ, σε τούτα τ' άπιστα
καταραμένα χρόνια,
που δεν πιστεύουν τίποτα,
δεν αγαπούν κανένα,
εγώ πιστεύω κι αγαπώ
ολόψυχα Εσένα!».
Θ. Θεοφυλάκτου
www.tv4e.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου