"Θά περάσουμε σιγά-σιγά δύσκολες μέρες"
- Γέροντα, ανησυχώ, όταν λέτε ότι θα περάσουμε δύσκολα χρόνια.
-Να είστε αγαπημένες, μονοιασμένες, καταρτισμένες πνευματικά, να έχετε παλληκαριά, να είστε ένα σώμα, καί μη φοβάσθε τίποτε. Βοηθάει μετά ό Θεός.
Νά καλλιεργήσετε την αγάπη τήν πνευματική. Νά έχετε τέτοια αγάπη πού έχει ή μάνα για το παιδί.
Νά ύπάρχη ή αδελφοσύνη, ή θυσία. Θά περάσουμε σιγά-σιγά δύσκολες μέρες.
Φυσικά εμείς οι μοναχοί φεύγουμε από τον κόσμο καί αφήνουμε γνωστούς καί συγγενείς, για νά μπούμε στην μεγάλη οικογένεια τοϋ Άδάμ-τοϋ Θεού.
Οί λαϊκοί όμως επιβάλλεται νά έχουν σχέσεις μέ γνωστούς καί συγγενείς πού ζουν πνευματικά, γιά νά βοηθιούνται.
Ό Χριστιανός πού αγωνίζεται μέσα στον κόσμο βοηθιέται, όταν εχη σχέσεις μέ πνευματικούς ανθρώπους.
Όσο πνευματικά καί νά ζή κανείς, έχει ανάγκη - ιδίως στην εποχή πού ζούμε - άπό τήν καλή συντροφιά.
Ή επαφή μέ πνευματικούς ανθρώπους πολύ τον βοηθάει - περισσότερο καί άπό τήν πνευματική μελέτη -, διότι αυτή ή χαρά τοϋ πνευματικού συνδέσμου τοϋ δίνει όρεξη μεγάλη, γιά να αγωνίζεται πνευματικά.
Ακόμη και στην εργασία, σε μιά δημόσια υπηρεσία κ.λπ., καλά είναι νά γνωρίζωνται μεταξύ τους οι πνευματικοί άνθρωποι, γιά νά αλληλοβοηθιοϋνται.
Μπορεί, ας υποθέσουμε, νά παρουσιασθή ένα πρόβλημα μεταξύ συναδέλφων, νά χρειάζωνται άλληλοσυμπαράσταση καί νά διστάζη ό ένας νά μιλήση στον άλλον, αν δέν γνωρίζωνται.
-Οταν, Γέροντα, ένας άρνηθη νά μάς εξυπηρέτηση σε κάποια ανάγκη μας, είναι σωστό νά δυσκολευώμαστε νά τοϋ ξαναζητήσουμε κάτι πού θά χρειασθούμε;
- Οχι, δέν πρέπει. Ισως τότε νά μην είχε την δυνατότητα νά εξυπηρέτηση. Είναι σάν νά μοϋ ζητάς ενα σταυρουδάκι, καί σού το δίνω.
Αλλη φορά μού ζητάς, άλλα δέν εχω νά σού δώσω, καί δέν σού δίνω. Έγώ ύστερα αγοράζω σταυρουδάκια, γιά νά έχω νά δίνω, καί έρχεσαι εσύ καί δέν μού ζητάς, ενώ έγώ περιμένω μιά ευκαιρία γιά νά τά μοιράσω.
Σήμερα οί άνθρωποι ζουν στην ίδια πολυκατοικία καί δέν γνωρίζονται μεταξύ τους.
Παλιά υπήρχε ή γειτονιά, πού βοηθούσε τους ανθρώπους νά γνωρισθούν, καί σέ μιά ανάγκη στήριζε ό ένας τον άλλον.
Πήγαινε, ας υποθέσουμε, ένας κάπου μέ το κάρο καί συναντούσε στον δρόμο έναν γνωστό του. «Άπό πού έρχεσαι; πού πάς; τόν ρωτούσε. Προς τά έκεϊ πάω καί έγώ. Ανέβα πάνω νά πάμε μαζί».
Ή άλλος, αν είχε πρόγραμμα νά πάη κάπου μέ το άλογο, το έλεγε καί στον γείτονα καί τόν ρωτούσε: «Έσύ πού θέλεις νά πάς; Αν μπορής νά περιμένης, σέ τρεις ώρες φεύγω μέ το άλογο καί μπορώ νά σέ πάρω μαζί μου» ή «αύριο θά φύγω γιά 'κει έλα άπό το σπίτι νά κοιμηθής σ' εμάς, γιά νά φύγουμε συντροφιά νωρίς το πρωί».
Σκέφτονταν οί άνθρωποι τόν άλλον καί, όταν μπορούσαν νά κάνουν μιά εξυπηρέτηση, δέν την απέφευγαν. Είχαν την καλή περιέργεια καί ρωτούσαν, γιά νά εξυπηρετήσουν σέ όλες τις περιπτώσεις. Ακόμη και από χωριό σε χωριό είχαν γνωστούς.
- Γέροντα, τί βοηθάει να δεθούν πνευματικά οί άνθρωποι;
- Στις μέρες μας και νά μή θέλουν νά δεθούν οί πνευματικοί άνθρωποι, θά τους άναγκάση ό διάβολος νά δεθούν.
Ό διάβολος με τήν πολλή του κακία κάνει το μεγαλύτερο καλό σήμερα στον κόσμο. Γιατί, ας πούμε, ένας πατέρας πού είναι πιστός και θέλει λ.χ. νά κάνη φροντιστήριο στά παιδιά του, θά είναι αναγκασμένος νά βρή έναν καλό και πιστό δάσκαλο, γιά νά βάλη στο σπίτι του.
Ένας δάσκαλος πάλι πού είναι πιστός και θέλει νά κάνη φροντιστήριο σε παιδιά, γιατί δεν διορίσθηκε ακόμη, θά ζήτα νά βρή μιά οικογένεια καλή, γιά νά νιώθη ασφάλεια.
Ή ένας τεχνίτης πού ζή πνευματικά, εϊτε ελαιοχρωματιστής είναι εϊτε ηλεκτρολόγος κ.λπ., θά ψάχνη νά βρή νά δούλεψη σέ μιά καλή οικογένεια, ώστε νά νιώθη άνετα, γιατί σ' ενα κοσμικό σπίτι θά βρίσκη τον μπελά του.
Ένας χριστιανός νοικοκύρης πάλι θά ψάχνη νά βάλη στο σπίτι του έναν καλό τεχνίτη, πού νά είναι και πιστός άνθρωπος. Έτσι θά ψάχνη και ό ένας και ό άλλος νά βρή έναν πνευματικό άνθρωπο, γιά νά μπορή νά συνεργασθή. Σιγά-σιγά λοιπόν θά γνωρισθούν μεταξύ τους οί πνευματικοί άνθρωποι άπό όλα τά επαγγέλματα και άπό όλες τις επιστήμες.
Τελικά ό διάβολος με τήν κακία του, χωρίς νά το θέλη, κάνει καλό: χωρίζει τά πρόβατα άπό τά γίδια. Θά χωρίσουν λοιπόν τά πρόβατα άπό τά γίδια και θά ζουν ως «μία ποίμνη, εις ποιμήν»[1]
Και βλέπεις, άλλοτε στά χωριά είχαν τσομπάνο και ό κάθε χωρικός έδινε τά πρόβατα ή τά γίδια πού είχε, άλλος πέντε, άλλος δέκα, και βοσκούσαν πρόβατα και γίδια μαζί, γιατί τά γίδια τότε ήταν φρόνιμα και δεν χτυπούσαν με τά κέρατα τά πρόβατα.
Τώρα τα γίδια αγρίεψαν και χτυπούν άσχημα τά πρόβατα του Χρίστου. Τά πρόβατα πάλι ψάχνουν καλό βοσκό και κοπάδι μόνον άπό πρόβατα. Γιατί έτσι πού έγινε ό κόσμος, είναι μόνο γιά όσους ζουν στην αμαρτία. Γι' αυτό θά χωρίζωνται οι άνθρωποι και θά ξεχωρίσουν τά πρόβατα από τά ερίφια.
Όσοι θά θέλουν νά ζήσουν πνευματική ζωή, σιγά-σιγά δέν θά μπορούν νά ζήσουν μέσα σ' αυτόν τον κόσμο· θά ψάχνουν νά βρουν τους ομοίους τους, ανθρώπους του Θεοϋ, νά βρουν Πνευματικό, καί θά απομακρυνθούν ακόμη περισσότερο άπό τήν αμαρτία.
Καί αυτό τό καλό τό κάνει τώρα ό διάβολος με τήν κακία του, χωρίς νά τό θέλη. Έτσι βλέπουμε, όχι μόνο στις πόλεις άλλα καί στά χωριά, άλλους νά τρέχουν στά νταούλια, στά μπουζούκια κ.λπ., νά ζουν αδιάφορα, καί άλλους νά τρέχουν στις αγρυπνίες, στις παρακλήσεις, στις πνευματικές συγκεντρώσεις, καί οί άνθρωποι αυτοί νά είναι δεμένοι μεταξύ τους.
Στά δύσκολα χρόνια δημιουργείται μιά αδελφοσύνη πολύ δυνατή. Στον πόλεμο δυο χρόνια ζήσαμε μαζί οί στρατιώτες στην διλοχία καί ήμασταν περισσότερο δεμένοι καί άπό αδέλφια, επειδή ζήσαμε όλοι μαζί τις δυσκολίες, τους κινδύνους.
Ήμασταν τόσο συνδεδεμένοι, πού έλεγε ό ένας τον άλλον «αδελφό». Ήταν κοσμικοί άνθρωποι, με κοσμικά φρονήματα, καί όμως δέν ήθελε νά χωρισθή ό ένας άπό τον άλλον.
Ούτε Ευαγγέλιο είχαν διαβάσει ούτε πνευματικά βιβλία. Είχαν τήν απλή κοσμική μόρφωση, με τήν καλή έννοια, άλλα είχαν τό μεγαλύτερο άπό όλα, τήν αγάπη, τήν αδελφοσύνη.
Τώρα τελευταία πέθανε ένας συστρατιώτης μας καί μαζεύτηκαν στην κηδεία του οί άλλοι άπό όλα τά μέρη. Ήρθε καί εδώ προ ήμερων ένας συστρατιώτης μου νά με δή. Πώς μέ αγκάλιασε! Δέν μπορούσα νά βγώ από τά χέρια του.
Ό διάβολος με τήν πολλή του κακία κάνει το μεγαλύτερο καλό σήμερα στον κόσμο. Γιατί, ας πούμε, ένας πατέρας πού είναι πιστός και θέλει λ.χ. νά κάνη φροντιστήριο στά παιδιά του, θά είναι αναγκασμένος νά βρή έναν καλό και πιστό δάσκαλο, γιά νά βάλη στο σπίτι του.
Ένας δάσκαλος πάλι πού είναι πιστός και θέλει νά κάνη φροντιστήριο σε παιδιά, γιατί δεν διορίσθηκε ακόμη, θά ζήτα νά βρή μιά οικογένεια καλή, γιά νά νιώθη ασφάλεια.
Ή ένας τεχνίτης πού ζή πνευματικά, εϊτε ελαιοχρωματιστής είναι εϊτε ηλεκτρολόγος κ.λπ., θά ψάχνη νά βρή νά δούλεψη σέ μιά καλή οικογένεια, ώστε νά νιώθη άνετα, γιατί σ' ενα κοσμικό σπίτι θά βρίσκη τον μπελά του.
Ένας χριστιανός νοικοκύρης πάλι θά ψάχνη νά βάλη στο σπίτι του έναν καλό τεχνίτη, πού νά είναι και πιστός άνθρωπος. Έτσι θά ψάχνη και ό ένας και ό άλλος νά βρή έναν πνευματικό άνθρωπο, γιά νά μπορή νά συνεργασθή. Σιγά-σιγά λοιπόν θά γνωρισθούν μεταξύ τους οί πνευματικοί άνθρωποι άπό όλα τά επαγγέλματα και άπό όλες τις επιστήμες.
Τελικά ό διάβολος με τήν κακία του, χωρίς νά το θέλη, κάνει καλό: χωρίζει τά πρόβατα άπό τά γίδια. Θά χωρίσουν λοιπόν τά πρόβατα άπό τά γίδια και θά ζουν ως «μία ποίμνη, εις ποιμήν»[1]
Και βλέπεις, άλλοτε στά χωριά είχαν τσομπάνο και ό κάθε χωρικός έδινε τά πρόβατα ή τά γίδια πού είχε, άλλος πέντε, άλλος δέκα, και βοσκούσαν πρόβατα και γίδια μαζί, γιατί τά γίδια τότε ήταν φρόνιμα και δεν χτυπούσαν με τά κέρατα τά πρόβατα.
Τώρα τα γίδια αγρίεψαν και χτυπούν άσχημα τά πρόβατα του Χρίστου. Τά πρόβατα πάλι ψάχνουν καλό βοσκό και κοπάδι μόνον άπό πρόβατα. Γιατί έτσι πού έγινε ό κόσμος, είναι μόνο γιά όσους ζουν στην αμαρτία. Γι' αυτό θά χωρίζωνται οι άνθρωποι και θά ξεχωρίσουν τά πρόβατα από τά ερίφια.
Όσοι θά θέλουν νά ζήσουν πνευματική ζωή, σιγά-σιγά δέν θά μπορούν νά ζήσουν μέσα σ' αυτόν τον κόσμο· θά ψάχνουν νά βρουν τους ομοίους τους, ανθρώπους του Θεοϋ, νά βρουν Πνευματικό, καί θά απομακρυνθούν ακόμη περισσότερο άπό τήν αμαρτία.
Καί αυτό τό καλό τό κάνει τώρα ό διάβολος με τήν κακία του, χωρίς νά τό θέλη. Έτσι βλέπουμε, όχι μόνο στις πόλεις άλλα καί στά χωριά, άλλους νά τρέχουν στά νταούλια, στά μπουζούκια κ.λπ., νά ζουν αδιάφορα, καί άλλους νά τρέχουν στις αγρυπνίες, στις παρακλήσεις, στις πνευματικές συγκεντρώσεις, καί οί άνθρωποι αυτοί νά είναι δεμένοι μεταξύ τους.
Στά δύσκολα χρόνια δημιουργείται μιά αδελφοσύνη πολύ δυνατή. Στον πόλεμο δυο χρόνια ζήσαμε μαζί οί στρατιώτες στην διλοχία καί ήμασταν περισσότερο δεμένοι καί άπό αδέλφια, επειδή ζήσαμε όλοι μαζί τις δυσκολίες, τους κινδύνους.
Ήμασταν τόσο συνδεδεμένοι, πού έλεγε ό ένας τον άλλον «αδελφό». Ήταν κοσμικοί άνθρωποι, με κοσμικά φρονήματα, καί όμως δέν ήθελε νά χωρισθή ό ένας άπό τον άλλον.
Ούτε Ευαγγέλιο είχαν διαβάσει ούτε πνευματικά βιβλία. Είχαν τήν απλή κοσμική μόρφωση, με τήν καλή έννοια, άλλα είχαν τό μεγαλύτερο άπό όλα, τήν αγάπη, τήν αδελφοσύνη.
Τώρα τελευταία πέθανε ένας συστρατιώτης μας καί μαζεύτηκαν στην κηδεία του οί άλλοι άπό όλα τά μέρη. Ήρθε καί εδώ προ ήμερων ένας συστρατιώτης μου νά με δή. Πώς μέ αγκάλιασε! Δέν μπορούσα νά βγώ από τά χέρια του.
Τώρα
πολεμάμε μέ τον διάβολο. Γι' αυτό κοιτάξτε να άδελφωθήτε πιο πολύ.
Έτσι θα συμβαδίσουμε όλοι μαζί στον δρόμο πού χαράξαμε, στο απότομο
μονοπάτι της ανηφόρας για τον γλυκύ Γολγοθά.
Απόσπασμα από τις σελίδες 119 -123 του βιβλίου:
ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΠΑΪΣΙΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ
ΛΟΓΟΙ Β΄
ΛΟΓΟΙ Β΄
ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗ ΑΦΥΠΝΙΣΗ
ΣΟΥΡΩΤΗ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ
ΙΕΡΟΝ ΗΣΥΧΑΣΤΗΡΙΟΝ
«ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΤΗΣ ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΘΕΟΛΟΓΟΣ»ΣΟΥΡΩΤΗ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ
http://hggiken.pblogs.gr/2011/07/tha-perasoyme-siga-siga-dyskoles-meres-gerontas-pa-sios.html
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου