Ή αδικία είναι μεγάλη αμαρτία. Όλες οί αμαρτίες έχουν ελαφρυντικά, ή αδικία δεν έχει· μαζεύει οργή Θεού. Φοβερό! Αυτοί που άδικούν, βάζουν φωτιά στο κεφάλι τους.
Κάνουν αυτά πού κάνουν, δίνουν δικαιώματα και στον διάβολο, γι' αυτό μετά περνούν δοκιμασίες, τους βρίσκουν αρρώστιες κ.λπ. καί σου λένε: «Κάνε προσευχή να γίνω καλά». Τα περισσότερα κακά πού συμβαίνουν είναι από αδικίες. "Οταν λ.χ. μαζεύεται με αδικία ή περιουσία, ζουν οί άνθρωποι λίγα χρόνια σαν αρχοντόπουλα καί μετά τα δίνουν, όσα μάζεψαν, στους γιατρούς. «Άνεμομαζώματα-άνεμοσκορπίσματα».. Άλλα και πολλοί άνθρωποι που βγαίνουν άλειωτοι, είναι και από αυτό· κάποια αδικία έχουν χάνει.
Θυμάμαι ένας δικηγόρος, πού έκανε πολλές αδικίες, πόσο βασανίσθηκε στο τέλος της ζωής του. Εξασκούσε το επάγγελμα του σε μια επαρχία πού είχε πολλούς κτηνοτρόφους. Εκεί, φυσικά, γίνονταν και αγροζημίες και πολλοί βοσκοί έτρεχαν σ' αυτόν τον δικηγόρο, γιατί με πονηρά επιχειρήματα έπειθε και τον αγρονόμο και τον ειρηνοδίκη. Έτσι οί καημένοι γεωργοί πολλές φορές όχι μόνο δεν έβρισκαν το δίκαιο για τα σπαρτά πού τους κατέστρεφαν τα κοπάδια, αλλά έβρισκαν και τον μπελά τους. ΄Ολοι τον ήξεραν τον δικηγόρο αυτόν και κανείς τίμιος άνθρωπος δεν τον πλησίαζε. Ακόμη και ό Πνευματικός να δήτε τί συμβούλεψε έναν ευαίσθητο βοσκό.Ό βοσκός αυτός είχε ένα μικρό κοπάδι χαί μία σκύλα. Μια φορά πού ή σχύλα είχε γεννήσει, έδωσε τα κουταβάκια σε άλλους και κράτησε μόνον την μάνα. Εκείνο το διάστημα είχε χαθεί μια προβατίνα και είχε αφήσει το άρνάκι της πού θήλαζε. Αυτό, επειδή δεν είχε μάνα, έτρεχε πίσω από την σκύλα και θήλαζε από αυτήν, ή οποία ένιωθε και ή ίδια ανακούφιση. Έτσι τα δύο ζώα είχαν συνηθίσει και το ένα έβρισκε το άλλο. Ό καημένος ό βοσκός, όσο καί να προσπαθούσε να τα ξεχωρίσει, εκείνα έσμιγαν. Επειδή ήταν ευαίσθητος ό βοσκός, σκέφθηκε να ρωτήση τον Πνευματικό εάν τελικά τρώγεται το κρέας του αρνιού ή όχι. Ό Πνευματικός, έχοντας ύπ' όψιν του καί την φτώχεια του βοσκού, σκέφτηκε λίγο και του είπε: «Το αρνί αυτό, παιδί μου, δεν τρώγεται, γιατί θήλασε από την σκύλα, αλλά ξέρεις τί να κάνης; Επειδή όλοι οι άλλοι βοσκοί πηγαίνουν δώρα στον δικηγόρο τον δείνα αρνιά και τυριά, να του πάς και συ αυτό το αρνί να το φάη. Μόνον αυτός έχει ευλογία να το φάη, γιατί όλος ό κόσμος ξέρει πού είναι άδικος». Οταν είχε γεράσει πια ό άδικος αυτός δικηγόρος και έπεσε στο κρεββάτι, υπέφερε χρόνια από εφιάλτες και δεν μπορούσε να κοιμηθή. Τον χτύπησε και ημιπληγία και δεν μπορούσε ούτε να μιλήση. Προσπάθησε ό Πνευματικός να τον κάνη τουλάχιστον να γράψει τις αμαρτίες του, αλλά είχε χάσει και τον έλεγχο, και αναγκαζόταν να του διαβάζει την ευχή των Επτά Παίδων, για να κλείσει λίγο τα μάτια του να κοιμηθεί. Του διάβαζε και εξορκισμούς, για να γαληνέψει λίγο, μέχρι πού αναπαύθηκε, και ας ευχηθούμε ό θεός να τον ανάπαυση πραγματικά.
Θυμάμαι ένας δικηγόρος, πού έκανε πολλές αδικίες, πόσο βασανίσθηκε στο τέλος της ζωής του. Εξασκούσε το επάγγελμα του σε μια επαρχία πού είχε πολλούς κτηνοτρόφους. Εκεί, φυσικά, γίνονταν και αγροζημίες και πολλοί βοσκοί έτρεχαν σ' αυτόν τον δικηγόρο, γιατί με πονηρά επιχειρήματα έπειθε και τον αγρονόμο και τον ειρηνοδίκη. Έτσι οί καημένοι γεωργοί πολλές φορές όχι μόνο δεν έβρισκαν το δίκαιο για τα σπαρτά πού τους κατέστρεφαν τα κοπάδια, αλλά έβρισκαν και τον μπελά τους. ΄Ολοι τον ήξεραν τον δικηγόρο αυτόν και κανείς τίμιος άνθρωπος δεν τον πλησίαζε. Ακόμη και ό Πνευματικός να δήτε τί συμβούλεψε έναν ευαίσθητο βοσκό.Ό βοσκός αυτός είχε ένα μικρό κοπάδι χαί μία σκύλα. Μια φορά πού ή σχύλα είχε γεννήσει, έδωσε τα κουταβάκια σε άλλους και κράτησε μόνον την μάνα. Εκείνο το διάστημα είχε χαθεί μια προβατίνα και είχε αφήσει το άρνάκι της πού θήλαζε. Αυτό, επειδή δεν είχε μάνα, έτρεχε πίσω από την σκύλα και θήλαζε από αυτήν, ή οποία ένιωθε και ή ίδια ανακούφιση. Έτσι τα δύο ζώα είχαν συνηθίσει και το ένα έβρισκε το άλλο. Ό καημένος ό βοσκός, όσο καί να προσπαθούσε να τα ξεχωρίσει, εκείνα έσμιγαν. Επειδή ήταν ευαίσθητος ό βοσκός, σκέφθηκε να ρωτήση τον Πνευματικό εάν τελικά τρώγεται το κρέας του αρνιού ή όχι. Ό Πνευματικός, έχοντας ύπ' όψιν του καί την φτώχεια του βοσκού, σκέφτηκε λίγο και του είπε: «Το αρνί αυτό, παιδί μου, δεν τρώγεται, γιατί θήλασε από την σκύλα, αλλά ξέρεις τί να κάνης; Επειδή όλοι οι άλλοι βοσκοί πηγαίνουν δώρα στον δικηγόρο τον δείνα αρνιά και τυριά, να του πάς και συ αυτό το αρνί να το φάη. Μόνον αυτός έχει ευλογία να το φάη, γιατί όλος ό κόσμος ξέρει πού είναι άδικος». Οταν είχε γεράσει πια ό άδικος αυτός δικηγόρος και έπεσε στο κρεββάτι, υπέφερε χρόνια από εφιάλτες και δεν μπορούσε να κοιμηθή. Τον χτύπησε και ημιπληγία και δεν μπορούσε ούτε να μιλήση. Προσπάθησε ό Πνευματικός να τον κάνη τουλάχιστον να γράψει τις αμαρτίες του, αλλά είχε χάσει και τον έλεγχο, και αναγκαζόταν να του διαβάζει την ευχή των Επτά Παίδων, για να κλείσει λίγο τα μάτια του να κοιμηθεί. Του διάβαζε και εξορκισμούς, για να γαληνέψει λίγο, μέχρι πού αναπαύθηκε, και ας ευχηθούμε ό θεός να τον ανάπαυση πραγματικά.
(Με πόνο και Αγάπη για τον σύγχρονο άνθρωπο.-π.Παϊσίου εκδ.Ι.Ης.Αγ.Ι.Θεολόγου-Σουρωτή.)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου